Η ιστορία του χωριού Λάπι ή Ριζοχώρι όπως λέγεται σήμερα, ξεκινάει από πολύ παλιά και συγκεκριμένα από το τέλος του 14ου με αρχές του 15ου αιώνα, με πρώτους κατοίκους τους Λιάπηδες, καταγόμενους από τη μεγάλη φάρα των Λιάπηδων που κατοικούσαν στην νότια Αλβανία. Οι Λιάπηδες αποτελούν ιδιαίτερη αλβανόφωνη φυλή και θεωρούνται γνήσιοι απόγονοι των αρχαίων Ιλλυρίων.
Η παράδοση μας λέγει πως οι πρώτοι κάτοικοι του χωριού, με αρχηγό τον Λάπη, εγκαταστάθηκαν στην Κουρώρα με ανοιχτή θέα προς τα βορεινά από το σημερινό παλιό χωριό (Άνω Λάπι) και λίγο πιο κάτω από το πηγάδι του «Ρούση», κοντά στη σημερινή Γρηγόραινα.
Μετά από χρόνια, ο ίδιος ο Λάπης ή οι απόγονοί του, αναγκάστηκαν να μεταβάλλουν τον τρόπο και τις συνθήκες της ζωής των και γι αυτό διάλεξαν τόπο πιο κατάλληλο για κατοικία, βοσκή και καλλιέργεια. Έτσι τράβηξαν νοτιότερα και έχτισαν το νέο χωριό τους, που με τον καιρό, οι γείτονες των άλλων χωριών, το ξεχώριζαν με το όνομα «Λάπι» από το όνομα του αρχηγού της φάρας.
Η παράδοση φέρει ως συγγενείς τους Λαπαίους και τους Σουλιμαίους, γιατί οι Λαπαίοι και οι Σουλιμαίοι φέρονται ως γόνοι δύο αδελφών.
Το χωριό, με το όνομα «Λάπι», συνέχισε κατόπιν την υπόλοιπη ζωή του και με αυτή την ονομασία επί τέσσερις και πλέον αιώνες, ύστερα διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στο χώρο της ιστορίας. Με αυτό το όνομα μας παρουσιάζεται στην καταστροφή του από τους Τούρκους το 1647, με το ίδιο κατά την δεκαετία 1769-1780 στα Ορλωφικά, ως και κατά τα γεγονότα της 22 Απριλίου 1827.
Το Λάπι είναι ένα από τα χωριά του συμπλέγματος των Σουλιμοχωρίων και μάλιστα ένα λεβεντοχώρι, αφού είναι φορτωμένο με πολλή ιστορία και όχι με λίγη δόξα.
Από το έτος 1836 που συστάθηκαν οι δήμοι του Ελληνικού κράτους, το Λάπι υπαγόταν διοικητικά στο Δήμο Δωρίου μέχρι το έτος 1912 (έδρα του Δήμου το Σουλιμά ως το 1906). Το έτος 1940 μετονομάστηκε από Λάπι σε Ριζοχώρι. Το νέο του όνομα «Ριζοχώρι», το πήρε, γιατί είναι χτισμένο στα ριζά του βουνού που φράζει προς τα βόρεια τον «αυλώνα» του Κοπανακίου. Η θέση του σημερινού χωριού είναι 3 χιλιόμετρα πιο κάτω, βρίσκεται σε υψόμετρο 260 μέτρων, έχει 131 κατοίκους (απογραφή 2001) και υπάγεται διοικητικά στη Δημοτική Ενότητα Αετού του νεοσύστατου Δήμου Τριφυλίας (ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ).
Το παλιό χωριό βρίσκεται στην πλαγιά του βουνού και είναι ερειπωμένο. Μόνο η εκκλησιά του αντέχει στο χρόνο και βιγλίζει ολόασπρη σαν γλάρος που πέτρωσε πάνω στον κάβο.
Η θέση του παλιού χωριού είναι αληθινά προνομιακή και η θέα του μοναδική. Αληθινό μπαλκόνι, πραγματικός εξώστης. Χάρμα οφθαλμού η φύση όλη. Ήξεραν να διαλέγουν θέσεις και να χτίζουν τα χωριά τους οι πρόγονοί μας. Ούτε υγρασία πάνω, ούτε κρύο, σωστό λιακωτό όλο το χωριό θα 'ταν, καθώς ο ήλιος το πρωί το πρωτοφιλούσε, το έλουζε όλη την ημέρα με το ζωογόνο φως του.
Σε όλο το διάστημα της Τουρκοκρατίας έμεινε αδούλωτο και ελεύθερο. Στην αποθέωση της δόξας ανέβηκε στις 22 Απριλίου 1827, όταν ο Ιμπραήμ προσπάθησε να κυριεύσει τα χωριά μας. Επιτέθηκε στο Λάπι, στους Ντρέδες που οχυρωμένοι στο χωριό, στους πέτρινους λόφους και τις πλαγιές του, περίμεναν να του δώσουν ένα ακόμη μάθημα. Η μάχη κράτησε εφτά ώρες και μετά από εννέα επιθέσεις που όλες αποκρούστηκαν από τους Ντρέδες με γενναιότητα, ο Ιμπραήμ εγκατέλειψε την μάχη ηττημένος και με μεγάλες απώλειες.
Στην κορυφή της Κουρώρας θυσιάστηκαν επτά Λαπαίικα παλικάρια, δίνοντας έτσι όλο το χρόνο με την επτάωρη άμυνά του, στα Λαπαίικα γυναικόπαιδα και στον άμαχο πληθυσμό των γύρω χωριών να απομακρυνθούν στα βουνά και τις σπηλιές και να ξεφύγουν από τον εχθρό.
Σε αυτή την κορυφή και σε αυτό το δοξασμένο βουνό, εκεί που είναι το «μνήμα του γέρου Δίκου», υψώνεται ένας μεγάλος σταυρός σε ένδειξη μνήμης για τα επτά παλικάρια και γιορτάζεται κάθε χρόνο με κατάθεση στεφάνων και εκφώνηση λόγων.
Οι Λαπαίοι έκαναν το πρώτο μνημόσυνο το έτος 1836, όπου ήταν προσκαλεσμένοι και οι ιστορικοί Παπαρηγόπουλος και Κεφάλας. Τιμές είχε αποδώσει στρατιωτικό τμήμα από την Καλαμάτα.
Στις σελίδες της ιστορίας, το Λάπι είναι ένας ολόφωτος φάρος του χρέους και της τιμής, που δείχνει το δρόμο της λευτεριάς, με σιωπηλή περηφάνια. Το κρατούν ευλαβικά τα αγιασμένα χέρια του Δήμου Δίκου, Γιώργη Ματζώρη, επτά 18χρονα Λαπόπουλα και 45 Ντρέδες και Αρκαδιανοί που έπεσαν στο βωμό της λευτεριάς, αψηφώντας το χάρο και λιανίζοντας δύο στρατηγούς του Ιμπραήμ.
Το γεγονός αυτό κρινόμενο από τη σκοπιά της εποχής υπήρξε πολύ μεγάλο. Γιατί οι ηρωικοί και παραγκωνισμένοι από την ιστορία σήμερα Ντρέδες κατόρθωσαν να κερδίσουν νίκη και να ταπεινώσουν τον αλαζόνα Αιγύπτιο και μάλιστα έξω από το ορμητήριό του, στην εποχή κατά την οποία τα πάντα είχαν ισοπεδωθεί και έπεφταν ακροπόλεις και Μεσολόγγια.
Σημ: Οι πληροφορίες είναι από το Λεωνίδα Γ. Θεοχάρη και τα βιβλία: «Η Τριφυλία» του Κοσμά Αντωνόπουλου, «Οδοιπορικά Τριφυλίας» του Στάθη Παρασκευόπουλου, «Το Λάπι» του Νικολάου Πατσιατζή, «Η Τριφυλία στο πέρασμα των αιώνων» του Κώστα Καλατζή, «Το Λάπι» του Βασιλείου Σταυρόπουλου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου