Του Λεωνίδα Γ. Θεοχάρη
Μετά την καταστροφή του Τουρκοαιγυπτιακού στόλου στο λιμάνι της Πύλου από τον ενωμένο στόλο των Μεγάλων Δυνάμεων (20 Οκτωβρίου 1827), ο Ιμπραήμ πασάς παρέμεινε στα Μεσσηνιακά φρούρια σαν το πληγωμένο θηρίο στο κλουβί. Τα φτερά του είχαν πλέον κοπεί και οι πολεμικές δραστηριότητές του είχαν περιοριστεί σημαντικά.
Στο μεταξύ ο στρατός του στα φρούρια Κορώνης, Μεθώνης, Νεοκάστρου άρχισε να υποφέρει από έλλειψη τροφών. Η περιοχή από την οποία μπορούσε να προμηθεύεται με τρόφιμα ήταν εκείνη της Ηλείας. Οι Αρκαδιανοί επιτίθονταν συχνά στις εφοδιοπομπές του Ιμπραήμ που κινούνταν από τον Πύργο στο Νεόκαστρο, συνοδευόμενες από ισχυρή στρατιωτική δύναμη, και πολλές φορές κατάφερναν να αποσπάσουν από τους συνοδούς τους πολλά ζώα με τα φορτία τους.
Στις αρχές Μαΐου του 1828 ο Ιμπραήμ κάνει κι άλλη επιδρομή κατά της Τριφυλίας με σκοπό να εξαφανίσει τους Ντρέδες πολεμιστές που τον πολεμούσαν και του είχαν προκαλέσει μεγάλες απώλειες στον στρατό του. Προχωρεί και στρατοπεδεύει στην πεδιάδα του Δωρίου με 25.000 πεζούς και ιππείς και 35 κανόνια. Μαζί του είχε και 4.000 Αλβανούς. Οι Ντρέδες είχαν φτιάξει ταμπούρια και περίμεναν την επίθεση. Οι αρχηγοί Αθανάσιος Γρηγοριάδης και Δημήτρης Παπατσώρης και με άλλους οπλαρχηγούς -τον Αδάμ Παπατσώρη, Γεώργιο Συρράκο, Ιωάννη Γκρίτζαλη, Αντώνιο Ντάρα, Δημήτριο Μέλιο, Αναγνώστη Σαμπρή, Γεώργιο Γκότση- τον ανέμεναν στη θέση «Γουβαλάρια» Δωρίου και στους γύρω λόφους.
Στον Ιμπραήμ δεν ήρθαν βολικά τα πράγματα, γιατί οι 4.000 Αλβανοί που είχε μαζί του, επειδή δεν είχαν πάρει τους μισθούς των τριών μηνών, τον εγκαταλείπουν και προσχωρούν στο ελληνικό στρατόπεδο, από το οποίο και γίνονται δεκτοί.
Έτσι, το ελληνικό στρατόπεδο έφτασε στους 9.000 άνδρες. Το κέντρο των ελληνικών προμαχώνων κατέλαβαν οι αρχηγοί Γρηγοριάδης και Παπατσώρης με 3.000 άνδρες, δεξιά τους οι υπόλοιποι καπεταναίοι με 2.000 άνδρες και αριστερά παρατάχτηκαν οι Αλβανοί με τους αρχηγούς τους Αχμέτ Μπέη, Αλή Οσμάν Μπέη, Γιαλίπ Μπέη και Μουσταφά Μπέη. Ακολούθησε 11ωρη μάχη που άρχισε στις 6 το πρωί και τελείωσε στις 5 το απόγευμα κατά την οποία οι Ντρέδες και οι Αλβανοί πολέμησαν με ανδρεία, πολεμική εμπειρία και καρτερία τον στρατό του Ιμπραήμ πασά και τον ανάγκασαν να υποχωρήσει.
Στα Γουβαλάρια στις 20 Μαΐου 1828 γράφτηκε το τέλος της βάρβαρης επιδρομής του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο που προξένησε τόσες καταστροφές, λεηλασίες και αιχμαλωσίες χιλιάδων γυναικόπαιδων που πουλήθηκαν στα παζάρια της Αιγύπτου. Ο Ιμπραήμ έφερε την επανάσταση σε αδιέξοδο με κίνδυνο να καταρρεύσει. Η νίκη των Ελλήνων, όμως, έδωσε στους ξένους να καταλάβουν ότι η ελληνική επανάσταση δεν έληξε άδοξα όπως διαδίδονταν από ορισμένους θαυμαστές της ιεράς συμμαχίας και ότι οι Έλληνες εμμένουν στο αρχικό σύνθημά τους «Ελευθερία ή Θάνατος».
Στη μάχη αυτή φονεύθηκαν 1.800 Αιγύπτιοι και πληγώθηκαν 600. Από τους Έλληνες φονεύθηκαν 62 στρατιώτες και πληγώθηκαν 32. Από τους Αλβανούς φονεύθηκαν 173 και πληγώθηκαν 44.
Ο Ιμπραήμ αφού έχασε τη μάχη από τους Αρκαδινούς και αφού οι Αλβανοί τον εγκατέλειψαν, υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει την Τριφυλία. Πέρασε το Αρκαδικό ποτάμι, την Αρκαδιά, τα Φιλιατρά και κατευθύνθηκε στη «φωλιά» του το Νιόκαστρο.
Οι αυτόμολοι Αλβανοί μισθοφόροι που έδειξαν απαράμιλλη ανδρεία στη μάχη αυτή έτυχαν μεγάλης φιλοξενίας είκοσι ημερών στο Σουλιμά. Στους αρχηγούς των Αλβανών που ήσαν στο Σουλιμά ο Νικήτας Σταματελόπουλος έστειλε γράμμα στις 12 Ιουνίου 1828 (ΓΑΚ - Γεν. Γραμματεία Φ.84) και τους υποσχόταν ότι θα τους διευκολύνει να μεταβούν στην πατρίδα τους αφού προηγουμένως ανταλλάξουν τους αιχμαλώτους και απελευθερώσουν και τη θυγατέρα του Πάνου Νεμιτζιώτη καριτινού ονομαζομένην Χριστίναν την οποία είχε απαγάγει ο Μεχμέτ αγάς. Για την απελευθέρωση της Χριστίνας αναφέρεται και ο Αθανάσιος Γρηγοριάδης στο βιβλίο του ‘’Ιστορικαί Αλήθειαι’’ σελ. 230. Σε αυτήν αναφέρονται και τα παρακάτω τραγούδια που εκφράζουν τον πόνο του Αλβανού για την εγκατάλειψή του.
‘’Να το ’ξερα Χριστίνα μου πως ήθελαν να σε πάρουν
δε σ’ έστελνα από στεριά παρά από πελάγου
στην Πάτρα για να σμίξουμε, εκεί ν’ ανταμωθούμε
να πάμε στην Αρβανιτιά και στ’ Αρβανιτοχώρια
οπ’ έχω πύργο γυάλινο, για να σε βάλω μέσα
και να σε ντύσω στο φλουρί και στο μαργαριτάρι.
Να χαμηλώναν τα βουνά κι οι κάμποι να ψηλώσουν,
να ’βλεπα τη Χριστίνα μου τη δόλια πανοπούλα
πως περπατεί ξυπόλητη πάνω στα λιθάρια.
Να σ’ έβλεπα Χριστίνα μου κι αμέσως να πεθάνω’’.
‘’Αι στο καλό μωρέ πασά και στη καλή την ώρα.
Μη μου μαλώσεις το παιδί το πολυαγαπημένο.
Τι το ’χα η δόλια μοναχό και καλομαθημένο’’
(Ιωάν. Αναγνωστόπουλου - Λαογραφικά Αχλαδόκαμπου σελ. 37).
Οι Αλβανοί με εντολή Θ. Κολοκοτρώνη και έγκριση του κυβερνήτη Ιωάννη Καποδίστρια οδηγήθηκαν από τους Αδάμ και Αναγνώστη Παπατσώρη και τον Γεώργιο Γρηγοριάδη με συνοδεία στο Αίγιο και από εκεί μόνοι τους επέστρεψαν στην Αλβανία.
Ο Ιμπραήμ αναμφίβολα ήταν ο πλέον επικίνδυνος και αδίστακτος αντίπαλος που αντιμετώπισαν οι Έλληνες καθόλη τη διάρκεια του απελευθερωτικού τους αγώνα. Ωστόσο, παρά τη μεγάλη υπεροχή του τακτικού στρατού και σύγχρονου εξοπλισμού και παρά τα πρωτοφανή σε σκληρότητα μέτρα που χρησιμοποίησε, δεν κατόρθωσε επί 3,5 χρόνια να κατακτήσει ολόκληρο τον Μοριά και να κάμψει το αγωνιστικό φρόνημα των Ελλήνων. Με ένα λόγο, δεν κατάφερε να σβήσει την επανάσταση των Ελλήνων.
Οι Ντρέδες ήταν ασυμβίβαστοι εραστές στην πατρίδα και σ’ εμάς τους απογόνους. Ας πράξουμε κι εμείς το δικό μας χρέος απέναντι στους προγόνους αλλά και στους απογόνους «σε αγέννητους και νεκρούς», όπως είπε ο ποιητής.
Εδώ στην Τριφυλία δόθηκε, όπως και η πρώτη και η τελευταία μάχη και νίκη κατά των Τουρκοαιγυπτίων του Ιμπραήμ και αυτό ουδείς δικαιούται να το διαγράφει και ουδείς Τριφύλιος δικαιούται να το λησμονεί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου