Του Λεωνίδα Γ. Θεοχάρη
Ο αγώνας του 1821 ήταν εθνικός, υπέρ της ελευθερίας του έθνους. Εκείνοι που έζησαν τη μακρόχρονη τούρκικη σκλαβιά, τη σκληρότερη που γνώρισε το ελληνικό έθνος κατά τη διάρκεια της ιστορίας του, σε βαθμό που από αυτή κινδύνευε να εξαφανιστεί, έκαμαν τη μεγάλη ελληνική επανάσταση για την ελευθερία τους, γιατί χωρίς αυτήν, όλα τα άλλα κτήματα στον αέρα στέκουν στην διάθεση του Τυράννου, όπως έλεγε ο φιλικός Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος όταν κατηχούσε τον Παναγιώτη Σέκερη στη Φιλική Εταιρεία («Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά - 1963» σελ. 20).
Στο κλέφτικο τραγούδι, ο σκλαβωμένος λαός, πολύ απλά και καθαρά εκφράζει τα συναισθήματά του, τον καημό και τη λύπη του, τον πόνο και τα βάσανά του και τη λαχτάρα για ελευθερία «μάνα μου εγώ δεν κάθομαι να γίνω νοικοκύρης και να’ μαι σκλάβος των Τούρκων»…
Το τελευταίο δεκαήμερο του Μαρτίου 1821, η Πελοπόννησος είχε τυλιχτεί στις φλόγες της Επανάστασης. Από την Αχαΐα μέχρι τη Μεσσηνία, μ’ αρχηγούς τους επί τουρκοκρατίας κλεφτοκαπετάνιους, ιδίως εκείνους που είχαν επιστρέψει στην Πελοπόννησο από τη Ζάκυνθο όπου είχαν καταφύγει κατά τον μεγάλο διωγμό και είχαν υπηρετήσει στα εκεί συγκροτηθέντα Πελοποννησιακά τάγματα ως αξιωματικοί, συγκεντρώθηκαν στην Καλαμάτα, αφόπλισαν τους εκεί Οθωμανούς τον Βοεβόδα Αρναούτογλου και έκαμαν δοξολογία στον Ιερό Ναό των Αγίων Αποστόλων, για την έναρξη του υπέρ πίστεως και πατρίδας Αγώνα. Στην απελευθέρωση της Καλαμάτας συμμετείχαν 200 Ντρέδες με αρχηγό τον έμπειρο Γιαννάκη Μέλιο. Οι Ντρέδες οπλαρχηγοί μυημένοι στη Φιλική Εταιρία από το 1818, επέδειξαν μεγάλη δραστηριότητα κατά τις μέρες της έναρξης της Επανάστασης τον Μάρτιο του 1821. Ως Φιλικοί γνώριζαν για την κήρυξη της Επαναστάσεως και το πρόγραμμα του αγώνα στην Περιφέρειά τους, στην επαρχία Αρκαδιάς. Οι Τούρκοι της Αρκαδιάς εθεωρούντο οι πιο σκληροί σ’ όλη την Πελοπόννησο και εάν δεν φοβούνταν τους σκληροτράχηλους Ντρέδες της ορεινής Τριφυλίας, των οποίων η δράση εναντίον τους ήταν γνωστή από την προεπαναστατική περίοδο, ποιος ξέρει αν θα είχαν αφήσει Έλληνα ζωντανό να επαναστατήσει. Γι’ αυτό τη φωλιά αυτή των θηριωδών Τούρκων έπρεπε να την αναλάβουν και την ανέλαβαν οι ηρωικοί Ντρέδες (Αρκαδιανοί) με τους αρχηγούς τους, μεταξύ των οποίων κι οι Παπατσώρης Ντούφας, Γιαννάκης Μέλιος κι άλλοι.
Στον ξεσηκωμό το ’21 οι θρυλικοί Ντρέδες χτύπησαν αλύπητα τον Τούρκο. Παντού παράβγαιναν στον ηρωισμό και τη δόξα στον θάνατο και την αθανασία. Τον αιμοβόρο Ιμπραήμ δεν τον προσκύνησαν κι ούτε έσκυψαν κεφάλι.
Επίσημα η επανάσταση από τους Ντρέδες κηρύχθηκε στις 24 του Μάρτη του 1821, μια δηλαδή ημέρα νωρίτερα από εκείνη που είχε προκαθοριστεί από τη Φιλική Εταιρεία.
Ο Παπά-Δημήτρης Τσώρης, αφού ευλόγησε τα όπλα, έβαλε τη στολή του πολεμιστή, ζώστηκε τα άρματά του, σήκωσε τη σημαία της επανάστασης και οδήγησε τα ασκέρια του στο Κεφαλάρι του Σουλιμά, στο σημερινό χωριό του Αγίου Γεωργίου, όπου ενώθηκε με άλλους αγωνιστές Σουλιμοχωρίτες.
Εκεί τους συνάντησε σε πολεμική σύσκεψη ο πρωτοσύγκελος Αμβρόσιος Φραντζής - απεσταλμένος του μισητού Μπέη της Αρκαδιάς Μπάσογλου.
Ο Φραντζής, που ήταν και κορυφαίο στέλεχος της Φιλικής Εταιρείας από το Κεφαλάρι του Σουλιμά, το σημερινό Άη Γιώργη έστειλε στους αγάδες της Αρκαδιάς γράμμα στους οποίους έγραφε «...Οι κάμποι και τα βουνά είναι γεμάτοι από αρματωμένος ανθρώπους και ότι θα έρχονταν από τη Μάνη 10.000 ασκέρι...».
Προτού λάβουν οι Τούρκοι της Κυπαρισσίας το γράμμα του Φραντζή, πήραν τα μέτρα τους. Πανικοβλήθηκαν από τις διαδόσεις που όλο και πιο συχνές, όλο πιο δυνατές έφταναν από τα κατοράχια του Σουλιμά και κλείστηκαν στο κάστρο της Αρκαδιάς.
Στο μεταξύ έφτασε το γράμμα στον Φραντζή. Φοβήθηκαν ακόμα περισσότερο, γιατί κατάλαβαν ότι είχαν χάσει το παιχνίδι. Αν ήθελαν να σώσουν τα κεφάλια τους έπρεπε να βιαστούν. Δεν έχασαν καιρό. Πήραν τις οικογένειές τους την εσπέραν της 25ης Μαρτίου για τα κάστρα του Νιόκαστρου και της Μεθώνης. Εκεί πίστευαν ότι θα είχαν περισσότερη ασφάλεια.
Οι Ντρέδες του Κεφαλαρίου ακάθεκτοι επιτέθηκαν κατά της Αρκαδιάς, την οποία το απόγευμα της 26ης Μαρτίου, κατέλαβαν αναίμακτα. Στην Κυπαρισσία καταφθάνει στις 4 μ.μ. και ο οπλαρχηγός Αθανάσιος Γρηγοριάδης από τη Ζούρτσα Ολυμπίας με άλλους καπεταναίους και τα παλικάρια τους.
Ταυτόχρονα στην Κυπαρισσία ιδρύθηκε επιτροπή επιμέλειας από τον Πονηρόπουλο, τον Φραντζή και τον Αναστάσιο Κατσαρό, που δραστήρια φρόντιζε να εξασφαλίσει με συνεργεία Αρκαδινών, τρόφιμα και πολεμοφόδια, για τους πολεμιστές, αφού συγκέντρωσαν όλα τα μολυβένια μαγειρικά σκεύη και αφαίρεσαν από δύο τούρκικους μενερέδες αρκετό μολύβι.
Μετά την απελευθέρωση της Αρκαδιάς, ο Γιαννάκης, Μέλιος, Παπατσώρης, Ντούφας, Γρηγοριάδης ξεκίνησαν για να αποκλείσουν τους Τούρκους στα κάστρα της Μεθώνης και του Νιόκαστρου.
Αλλά και οι Τούρκοι της επαρχίας, αφού ασφάλισαν τις οικογένειές τους και τα κινητά υπάρχοντά τους στο Νιόκαστρο, επέστρεφαν για να αντιμετωπίσουν τους επαναστάτες και να προστατέψουν την ακίνητη περιουσία τους. Κατά τον Φραντζή οι Τούρκοι ήσαν περί τους 400, κατά δε τον Γρηγοριάδη ήσαν 400 Τούρκοι και 200 Τουρκαλβανοί με αρχηγούς τους τον Χαλίλ Μπέη, Ιμπραήμ Μπαστόγλου και Σαλί Αγά. Οι αντίπαλοι συναντήθηκαν κοντά στη κωμόπολη Λιγούδιστα (Χώρα Τριφυλίας). Κατά τον Γρηγοριάδη το απόγευμα της 27ης Μαρτίου, κατά τον Φραντζή 29 Μαρτίου. Η μάχη της Λιγούδιστας με τους επιστρέφοντες από το Νιόκαστρο προς την Κυπαρισσία Τούρκους, κατά τους Κόκκινο και Γρηγοριάδη έγινε στις 27 Μαρτίου και κατά τον Φραντζή στις 29 Μαρτίου. Πιθανότερη εκδοχή είναι ότι έγινε στις 27 Μαρτίου. Νομίζω ότι πιο κοντά στην αλήθεια, παρά τις υπερβολές του, βρίσκεται ο Γρηγοριάδης, ο οποίος έλαβε μέρος στη μάχη.
Οι Τούρκοι βλέποντας τους Έλληνες απέναντί τους, προσπάθησαν να σταματήσουν την εξέλιξη των πραγμάτων με ειρηνικό τρόπο.
“Βρε Ρωμαίοι! Γυρίστε εις τα σπίτια σας. Μην σας πήρε ο Θεός την γνώση σας και θα φάτε τα κεφάλια σας, γιατί δεν θα κατορθώσετε τίποτε, επειδή βλέπομεν Κυραλήδες και Φραγκιά να πολεμήσουν και εις την θάλασσαν και στη στεριά. Εσείς μονάχοι σας θα χαθείτε και σας λυπούμεθα”. Η προσπάθεια αυτή των Τούρκων δεν είχε κανένα αποτέλεσμα.
Οι Τούρκοι πέντε φορές εφόρμησαν κατά των Ελλήνων για να τους εκτοπίσουν από τις θέσεις τους, αλλά αποκρούστηκαν με πυκνό ντουφεκίδι. Τελικά οι Έλληνες ακολουθώντας το παράδειγμα και την προτροπή των αρχηγών ξιφούλκησαν και επιτέθηκαν κατά των Τούρκων τους οποίους έτρεψαν σε φυγή. Η μάχη αυτή κράτησε τρεις ώρες.
Σύμφωνα με τον Γρηγοριάδη (απομνημονεύματά του σελ. 91) κατά τη μάχη εκείνη διακρίθηκαν για την ανδρεία τους, ο ίδιος, ο σημαιοφόρος του Ηλίας Γαλανόπουλος, ο Ιωάννης Μέλιος και ο Αδάμ Παπατσώρης. Κατά τον Αμβρόσιο Φραντζή η νίκη αυτή οφείλεται κυρίως στη γενναιότητα και την εμπειρία σε πολεμικές επιχειρήσεις των ηγετών του, Γιαν. Μέλιου, Συρράκου, Ντούφα, Πρωτόπαπα Τζώρη, Αθανάσιου Γρηγοριάδη, Αναστασίου Δημητρόπουλου (Επιτομή Ιστορίας σελ. 406-407) .
Στη μάχη αυτή κατά τον Γρηγοριάδη φονεύθηκαν από τους Έλληνες 12 και πληγώθηκαν 7. Από δε τους Τούρκους φονεύθηκαν 40, πληγώθηκαν 7 και συνελήφθησαν 5 αιχμάλωτοι.
Ακολούθως απελευθέρωσαν τις πεδινές περιοχές των Φιλιατρών και των Γαργαλιάνων και πολιόρκησαν, κατά την παραγγελία του Κολοκοτρώνη τα ισχυρότερα κάστρα της Πύλου, το Νιόκαστρο και το Ναβαρίνο της Κορώνης, και εγκλώβισαν σε αυτά τις ισχυρές τουρκικές δυνάμεις τους ανερχόμενους κατά τον ιστορικό Διονύσιο Κόκκινο σε 20.000 άνδρες, και έτσι έδωσαν τον αναγκαίο χρόνο στον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και τους άλλους οπλαρχηγούς να οργανώσουν την πολιορκία της Τρίπολης χωρίς θανάσιμους κινδύνους των ισχυρών τουρκικών δυνάμεων της Δυτικής Μεσσηνίας.
Η πρώτη αυτή νίκη των Ελλήνων, με οργανωμένο τουρκικό στρατό φτερούγησε όχι μόνο στη Μεσσηνία, αλλά και στον Μοριά και εμψύχωσε τους Έλληνες και τους όπλισε με αυτοπεποίθηση, ενώ αντίθετα αποθάρρυνε τους Τούρκους, που καταλήφθησαν από ηττοπάθεια. Από όσα έχω υπόψιν μου η νίκη στη Λιγούδιστα ήταν η πρώτη εκ μετωπικής παρατάξεως νίκη των Ελλήνων κατά τον Απελευθερωτικό Αγώνα. Λόγω αυτής της πρωτιάς και λόγω της σημασίας της θα έπρεπε να διατεθεί λίγος χώρος στην επίσημη Ιστορία τους Έθνους για την καταχώρησή της.
Το τελευταίο δεκαήμερο του Μαρτίου 1821, η Πελοπόννησος είχε τυλιχτεί στις φλόγες της Επανάστασης. Από την Αχαΐα μέχρι τη Μεσσηνία, μ’ αρχηγούς τους επί τουρκοκρατίας κλεφτοκαπετάνιους, ιδίως εκείνους που είχαν επιστρέψει στην Πελοπόννησο από τη Ζάκυνθο όπου είχαν καταφύγει κατά τον μεγάλο διωγμό και είχαν υπηρετήσει στα εκεί συγκροτηθέντα Πελοποννησιακά τάγματα ως αξιωματικοί, συγκεντρώθηκαν στην Καλαμάτα, αφόπλισαν τους εκεί Οθωμανούς τον Βοεβόδα Αρναούτογλου και έκαμαν δοξολογία στον Ιερό Ναό των Αγίων Αποστόλων, για την έναρξη του υπέρ πίστεως και πατρίδας Αγώνα. Στην απελευθέρωση της Καλαμάτας συμμετείχαν 200 Ντρέδες με αρχηγό τον έμπειρο Γιαννάκη Μέλιο. Οι Ντρέδες οπλαρχηγοί μυημένοι στη Φιλική Εταιρία από το 1818, επέδειξαν μεγάλη δραστηριότητα κατά τις μέρες της έναρξης της Επανάστασης τον Μάρτιο του 1821. Ως Φιλικοί γνώριζαν για την κήρυξη της Επαναστάσεως και το πρόγραμμα του αγώνα στην Περιφέρειά τους, στην επαρχία Αρκαδιάς. Οι Τούρκοι της Αρκαδιάς εθεωρούντο οι πιο σκληροί σ’ όλη την Πελοπόννησο και εάν δεν φοβούνταν τους σκληροτράχηλους Ντρέδες της ορεινής Τριφυλίας, των οποίων η δράση εναντίον τους ήταν γνωστή από την προεπαναστατική περίοδο, ποιος ξέρει αν θα είχαν αφήσει Έλληνα ζωντανό να επαναστατήσει. Γι’ αυτό τη φωλιά αυτή των θηριωδών Τούρκων έπρεπε να την αναλάβουν και την ανέλαβαν οι ηρωικοί Ντρέδες (Αρκαδιανοί) με τους αρχηγούς τους, μεταξύ των οποίων κι οι Παπατσώρης Ντούφας, Γιαννάκης Μέλιος κι άλλοι.
Στον ξεσηκωμό το ’21 οι θρυλικοί Ντρέδες χτύπησαν αλύπητα τον Τούρκο. Παντού παράβγαιναν στον ηρωισμό και τη δόξα στον θάνατο και την αθανασία. Τον αιμοβόρο Ιμπραήμ δεν τον προσκύνησαν κι ούτε έσκυψαν κεφάλι.
Επίσημα η επανάσταση από τους Ντρέδες κηρύχθηκε στις 24 του Μάρτη του 1821, μια δηλαδή ημέρα νωρίτερα από εκείνη που είχε προκαθοριστεί από τη Φιλική Εταιρεία.
Ο Παπά-Δημήτρης Τσώρης, αφού ευλόγησε τα όπλα, έβαλε τη στολή του πολεμιστή, ζώστηκε τα άρματά του, σήκωσε τη σημαία της επανάστασης και οδήγησε τα ασκέρια του στο Κεφαλάρι του Σουλιμά, στο σημερινό χωριό του Αγίου Γεωργίου, όπου ενώθηκε με άλλους αγωνιστές Σουλιμοχωρίτες.
Εκεί τους συνάντησε σε πολεμική σύσκεψη ο πρωτοσύγκελος Αμβρόσιος Φραντζής - απεσταλμένος του μισητού Μπέη της Αρκαδιάς Μπάσογλου.
Ο Φραντζής, που ήταν και κορυφαίο στέλεχος της Φιλικής Εταιρείας από το Κεφαλάρι του Σουλιμά, το σημερινό Άη Γιώργη έστειλε στους αγάδες της Αρκαδιάς γράμμα στους οποίους έγραφε «...Οι κάμποι και τα βουνά είναι γεμάτοι από αρματωμένος ανθρώπους και ότι θα έρχονταν από τη Μάνη 10.000 ασκέρι...».
Προτού λάβουν οι Τούρκοι της Κυπαρισσίας το γράμμα του Φραντζή, πήραν τα μέτρα τους. Πανικοβλήθηκαν από τις διαδόσεις που όλο και πιο συχνές, όλο πιο δυνατές έφταναν από τα κατοράχια του Σουλιμά και κλείστηκαν στο κάστρο της Αρκαδιάς.
Στο μεταξύ έφτασε το γράμμα στον Φραντζή. Φοβήθηκαν ακόμα περισσότερο, γιατί κατάλαβαν ότι είχαν χάσει το παιχνίδι. Αν ήθελαν να σώσουν τα κεφάλια τους έπρεπε να βιαστούν. Δεν έχασαν καιρό. Πήραν τις οικογένειές τους την εσπέραν της 25ης Μαρτίου για τα κάστρα του Νιόκαστρου και της Μεθώνης. Εκεί πίστευαν ότι θα είχαν περισσότερη ασφάλεια.
Οι Ντρέδες του Κεφαλαρίου ακάθεκτοι επιτέθηκαν κατά της Αρκαδιάς, την οποία το απόγευμα της 26ης Μαρτίου, κατέλαβαν αναίμακτα. Στην Κυπαρισσία καταφθάνει στις 4 μ.μ. και ο οπλαρχηγός Αθανάσιος Γρηγοριάδης από τη Ζούρτσα Ολυμπίας με άλλους καπεταναίους και τα παλικάρια τους.
Ταυτόχρονα στην Κυπαρισσία ιδρύθηκε επιτροπή επιμέλειας από τον Πονηρόπουλο, τον Φραντζή και τον Αναστάσιο Κατσαρό, που δραστήρια φρόντιζε να εξασφαλίσει με συνεργεία Αρκαδινών, τρόφιμα και πολεμοφόδια, για τους πολεμιστές, αφού συγκέντρωσαν όλα τα μολυβένια μαγειρικά σκεύη και αφαίρεσαν από δύο τούρκικους μενερέδες αρκετό μολύβι.
Μετά την απελευθέρωση της Αρκαδιάς, ο Γιαννάκης, Μέλιος, Παπατσώρης, Ντούφας, Γρηγοριάδης ξεκίνησαν για να αποκλείσουν τους Τούρκους στα κάστρα της Μεθώνης και του Νιόκαστρου.
Αλλά και οι Τούρκοι της επαρχίας, αφού ασφάλισαν τις οικογένειές τους και τα κινητά υπάρχοντά τους στο Νιόκαστρο, επέστρεφαν για να αντιμετωπίσουν τους επαναστάτες και να προστατέψουν την ακίνητη περιουσία τους. Κατά τον Φραντζή οι Τούρκοι ήσαν περί τους 400, κατά δε τον Γρηγοριάδη ήσαν 400 Τούρκοι και 200 Τουρκαλβανοί με αρχηγούς τους τον Χαλίλ Μπέη, Ιμπραήμ Μπαστόγλου και Σαλί Αγά. Οι αντίπαλοι συναντήθηκαν κοντά στη κωμόπολη Λιγούδιστα (Χώρα Τριφυλίας). Κατά τον Γρηγοριάδη το απόγευμα της 27ης Μαρτίου, κατά τον Φραντζή 29 Μαρτίου. Η μάχη της Λιγούδιστας με τους επιστρέφοντες από το Νιόκαστρο προς την Κυπαρισσία Τούρκους, κατά τους Κόκκινο και Γρηγοριάδη έγινε στις 27 Μαρτίου και κατά τον Φραντζή στις 29 Μαρτίου. Πιθανότερη εκδοχή είναι ότι έγινε στις 27 Μαρτίου. Νομίζω ότι πιο κοντά στην αλήθεια, παρά τις υπερβολές του, βρίσκεται ο Γρηγοριάδης, ο οποίος έλαβε μέρος στη μάχη.
Οι Τούρκοι βλέποντας τους Έλληνες απέναντί τους, προσπάθησαν να σταματήσουν την εξέλιξη των πραγμάτων με ειρηνικό τρόπο.
“Βρε Ρωμαίοι! Γυρίστε εις τα σπίτια σας. Μην σας πήρε ο Θεός την γνώση σας και θα φάτε τα κεφάλια σας, γιατί δεν θα κατορθώσετε τίποτε, επειδή βλέπομεν Κυραλήδες και Φραγκιά να πολεμήσουν και εις την θάλασσαν και στη στεριά. Εσείς μονάχοι σας θα χαθείτε και σας λυπούμεθα”. Η προσπάθεια αυτή των Τούρκων δεν είχε κανένα αποτέλεσμα.
Οι Τούρκοι πέντε φορές εφόρμησαν κατά των Ελλήνων για να τους εκτοπίσουν από τις θέσεις τους, αλλά αποκρούστηκαν με πυκνό ντουφεκίδι. Τελικά οι Έλληνες ακολουθώντας το παράδειγμα και την προτροπή των αρχηγών ξιφούλκησαν και επιτέθηκαν κατά των Τούρκων τους οποίους έτρεψαν σε φυγή. Η μάχη αυτή κράτησε τρεις ώρες.
Σύμφωνα με τον Γρηγοριάδη (απομνημονεύματά του σελ. 91) κατά τη μάχη εκείνη διακρίθηκαν για την ανδρεία τους, ο ίδιος, ο σημαιοφόρος του Ηλίας Γαλανόπουλος, ο Ιωάννης Μέλιος και ο Αδάμ Παπατσώρης. Κατά τον Αμβρόσιο Φραντζή η νίκη αυτή οφείλεται κυρίως στη γενναιότητα και την εμπειρία σε πολεμικές επιχειρήσεις των ηγετών του, Γιαν. Μέλιου, Συρράκου, Ντούφα, Πρωτόπαπα Τζώρη, Αθανάσιου Γρηγοριάδη, Αναστασίου Δημητρόπουλου (Επιτομή Ιστορίας σελ. 406-407) .
Στη μάχη αυτή κατά τον Γρηγοριάδη φονεύθηκαν από τους Έλληνες 12 και πληγώθηκαν 7. Από δε τους Τούρκους φονεύθηκαν 40, πληγώθηκαν 7 και συνελήφθησαν 5 αιχμάλωτοι.
Ακολούθως απελευθέρωσαν τις πεδινές περιοχές των Φιλιατρών και των Γαργαλιάνων και πολιόρκησαν, κατά την παραγγελία του Κολοκοτρώνη τα ισχυρότερα κάστρα της Πύλου, το Νιόκαστρο και το Ναβαρίνο της Κορώνης, και εγκλώβισαν σε αυτά τις ισχυρές τουρκικές δυνάμεις τους ανερχόμενους κατά τον ιστορικό Διονύσιο Κόκκινο σε 20.000 άνδρες, και έτσι έδωσαν τον αναγκαίο χρόνο στον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη και τους άλλους οπλαρχηγούς να οργανώσουν την πολιορκία της Τρίπολης χωρίς θανάσιμους κινδύνους των ισχυρών τουρκικών δυνάμεων της Δυτικής Μεσσηνίας.
Η πρώτη αυτή νίκη των Ελλήνων, με οργανωμένο τουρκικό στρατό φτερούγησε όχι μόνο στη Μεσσηνία, αλλά και στον Μοριά και εμψύχωσε τους Έλληνες και τους όπλισε με αυτοπεποίθηση, ενώ αντίθετα αποθάρρυνε τους Τούρκους, που καταλήφθησαν από ηττοπάθεια. Από όσα έχω υπόψιν μου η νίκη στη Λιγούδιστα ήταν η πρώτη εκ μετωπικής παρατάξεως νίκη των Ελλήνων κατά τον Απελευθερωτικό Αγώνα. Λόγω αυτής της πρωτιάς και λόγω της σημασίας της θα έπρεπε να διατεθεί λίγος χώρος στην επίσημη Ιστορία τους Έθνους για την καταχώρησή της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου