Του Λεωνίδα Γ. Θεοχάρη
Ο Χρήστος Γκάζντας ήταν ο μεγαλύτερος τσέλιγκας της εποχής εκείνης. Είχε τέσσερα αγόρια και μία πανέμορφη κόρη, τη Βγενιώ. Τον χειμώνα κατέβαζαν τα γιδοπρόβατά του στην περιοχή του Λαπίου και το καλοκαίρι σε διάφορες περιοχές του Σουλιμά. Αρχές Μαρτίου του 1681 πήγε στο μαντρί του στο Λάπι ένας σπαχής Τούρκος μαζί με ένα αστυνομικό. Ο Χρήστος Γκάζντας τους καλοδέχτηκε, πλήρωσε το χαράτσι και τους προσέφερε φρέσκο τυρί. Ο Τούρκος σπαχής βλέποντας τη Βγενιώ, κόρη του Χρήστου, θέλησε να την κάνει δικιά του. Ο Χρήστος Γκάζντας αντέδρασε και με τους δύο τσοπάνηδες σκότωσαν τους Τούρκους. Πήραν τα άλογά τους και τα πούλησαν το ένα στο Ρίπεσι και το άλλο στο Πιτσά.
Μετά το περιστατικό έφυγαν και εγκαταστάθηκαν ψηλά στο Κουβελέικο βουνό, γιατί εκεί οι Τούρκοι δεν τολμούσαν να πλησιάσουν, γιατί δρούσαν δυνατές ομάδες κλεφταρματωλών. Ο Χρήστος Γκάζντας για να μην βρίσκουν οι Τούρκοι την οικογένειά του άλλαξε το επώνυμό του από Γκάζντας σε Σουλιμιώτη, όνομα της καταγωγής του (Σουλιμά - Σουλιμιώτης). Το ίδιο έκαναν και οι υπόλοιποι της οικογένειας.
Το έτος 1685 η ομάδα του Χρήστου μαζί με άλλες ομάδες είχαν στήσει καρτέρι στους Τούρκους στο χωριό Σύρτζι. Οι Τούρκοι στη μάχη αυτή σκότωσαν πολλούς κλεφταρματωλούς μεταξύ των οποίων και τον Χρήστο Γκάζντα. Τότε οι Τούρκοι συνέλαβαν τα δύο παιδιά του Γκάζντα και του Μήτρο Γκιώνη που τους δύο τους παλούκωσαν δίπλα στον Άγιο Δημήτριο, ενώ ο τρίτος ονομαζόμενος Λύκος, ενώ ήταν κρατούμενος, με το κεφάλι του έσπασε από το υπόγειο το πάτωμα και πήδηξε από το παράθυρο του σπιτιού που τον είχαν κρατούμενο και διασώθηκε παρά το άγριο κυνήγι των Τούρκων.
Για τους Γκαζνταίους υπάρχει ένα σημαντικό τραγούδι, η «κουκουναριά» που αναφέρεται στον διωγμό των κλεφτών του 1806:
''Εκίνησε η κουκουναριά μ’ όλα τα κουκουνάρια
και στο Ντερβένι ροβολάν όλοι οι καβαλλαρέοι
στου Μπούγα ξεπεζέψανε στου Τζαμαλά το χάνι.
Κανένας δεν ομίλησε από τα παλληκάρια
ένας γαμπρός του Τζαμαλά του Μπέη πάει και λέει:
Άδικα Μπέη μ’ άδικα από τους Σουλιμαίους
γυναίκες δεν ορίζουμε, κορίτσια και νυφάδες.
Που πάει δρόμος για του Σουλιμά τ’ αρβανιτοχώρι;
Στην Κόκλα που θα φτάσετε δεξιά μεριά θα πάτε.
Στου Σουλιμά ξεπέζεψαν στου Γκάζντα το κονάκι,
βουτύρια αρνιά εφέρανε του Μπέη για να φάει,
δεν ήρθε ο Μπέης για φαΐ, αρνιά τυρί να φάει,
θέλει τα δυο Γκαζντόπουλα κι αυτόν τον Μήτρο Γκιώνη
τα φέσια για να πάρουνε να γίνουν φαλαγγίτες''.
Από τους Γκαζνταίους είναι οι: Παπατσιώρηδες, Παπαδόπουλοι, Τασιγιωργαίοι, Παλλαίοι, Κολλιαίοι, Αντωνόπουλοι, Φωτόπουλοι, Λιακόπουλοι, Αναγνωστόπουλοι, Λυμπερόπουλοι. Κονταίοι, Μπουραίοι, Ανδριόπουλοι, Σταμάτηδες, Τακαίοι, Κοντιοδόντηδες, Δημαραίοι.
Μερικοί από την οικογένεια Σουλιμιώτη είχαν εγκατασταθεί στις Βρύσες της Κυπαρισσίας, στο Ζευγολατιό Μεσσηνίας και στα Αρφαρά. Στις Βρύσες υπάρχουν στα άλλα χωριά δεν γνωρίζω. Η παράδοση λέει ότι ο Παναγιώτης Γκάζντας - Σουλιμιώτης έμεινε με τη μάνα του και τον Δήμο στο πατρικό τους στο Σουλιμά. Ο Δημητράκης με το κοπάδι του εγκαταστάθηκε στην περιοχή Διαβολίτσι, Ζευγολατιό. Ο Κόλιας (Νικόλαος) με το δικό του κοπάδι πήγε στην περιοχή Πηνείας και εγκαταστάθηκε στη Δίβρη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου