Τα παλιά χρόνια, οι Σουλιμαίοι σαν κάτοικοι ορεινής περιοχής, χωρίς συγκοινωνία, μακριά από την πόλη, μακριά από γιατρούς, ήταν υποχρεωμένοι να αντιμετωπίζουν τις βασικές ανάγκες σε πρώτες βοήθειες μόνοι τους, αλλά και τη θεραπεία από διάφορες αρρώστιες ή ατυχήματα.
Αν κάποιος ήταν πλέον πολύ βαριά τον ανέβαζαν σε ένα άλογο, τον σκέπαζαν με μία κουβέρτα και τον πήγαιναν στο γιατρό στο Δώριο που απείχε τότε με τα πόδια δύο περίπου ώρες. Όταν ο ασθενής αδυνατούσε να μείνει καβάλα στο ζώο, τον μετέφεραν σε ξυλοκρέβατο.
Εκτός όμως από τη δυσκολία επικοινωνία υπήρχαν κι άλλοι λόγοι που δεν επισκέπτονταν το γιατρό. Οι λόγοι ήταν οι εξής:
α) Κάθε αρρώστια ή και ο θάνατος ακόμα, θεωρούνταν φυσικό γεγονός «τον πήρε ο θεός» έλεγαν όταν πέθαινε κάποιος. Πίστευαν ότι αν είναι να πεθάνει κάποιος, θα πεθάνει και δε γλιτώνει με τίποτα «ότι γράφει δε ξεγράφει».
β) Αν αυτός που αρρώσταινε ήταν νέος και ιδιαίτερα ανύπαντρη κοπέλα δεν ήθελαν να μαθευτεί ότι ήταν άρρωστη. Σε πολύ δύσκολη κατάσταση (όταν δεν μπορούσαν να κάνουν διαφορετικά) κατέφευγαν σε γιατρό.
Έτσι λοιπόν η ιατρική εξασκούνταν πρακτικά από ανθρώπους που είχαν τη θέληση αλλά και την τόλμη να βοηθήσουν τους συνανθρώπους τους.
Μερικές από τις πρακτικές συνταγές που χρησιμοποιούσαν οι κάτοικοι του χωριού μας για να αντιμετωπίσουν τις διάφορες αρρώστιες ήταν και οι παρακάτω:
- Βεντούζες: Για το κρυολόγημα έριχναν τις κούφιες ή τις αιματηρές βεντούζες. Γινόταν στο πίσω μέρος του κορμιού του αρρώστου από το σβέρκο μέχρι τη μέση και κάποτε μπροστά στο στήθος. Για τις βεντούζες χρησιμοποιούσαν ένα ποτήρι και ένα πιρούνι στην άκρη του οποίου είχε προστεθεί ένα βαμβάκι με οινόπνευμα. Άναβαν το βαμβάκι με το οινόπνευμα και αφού περνούσαν για ένα δευτερόλεπτο τις κούπες από τη φλόγα με μεγάλη γρηγοράδα, τις εφάρμοζαν στο κορμί του αρρώστου.
Οι κοφτές βεντούζες γινόταν σε μεγάλα κρυολογήματα και δεν υπερέβαιναν τις 3-4. Γινόταν και αυτές με τον ίδιο τρόπο όπως και οι κούφιες με τη διαφορά πριν τοποθετήσουν το ποτήρι στο σώμα έκαναν με το ξυράφι 5-6 κοψιές στο μέρος αυτό και μετά έβαζαν τη βεντούζα.
- Θερμά επιθέματα: Για το κρυολόγημα τοποθετούσαν πάνω στο στήθος ή στην πλάτη του αρρώστου μια σακούλα με ζεστά πίτουρα ή ζεστή τυλιγμένη κεραμίδα ή πλάκα τυλιγμένη σε ύφασμα.
- Συναπισμοί: Έσπαζαν τους σπόρους από το σινάπι και τους έκαναν αλεύρι. Μετά με ζεστό νερό το έκαναν παχύρρευστο χυλό, το οποίο έβαζαν επάνω σε ένα πανί και το τοποθετούσαν στα σημεία που πονούσαν. Το σινάπι σε λίγο άρχιζε να καίει το μέρος αυτό του σώματος του αρρώστου και ο ασθενής ένιωθε ανακούφιση.
- Ευκοιλιότητα: Για την ευκοιλιότητα το καλύτερο φάρμακο ήταν οι σπόροι από άγριο σπανάκι. Έβραζαν τους σπόρους και έπιναν το ζουμί τους. Μερικοί έτρωγαν κυδώνια ή ρόδια. Άλλοι έπιναν πυκνό τσάι με δύο κουταλάκια καφέ και αρκετό χυμό λεμονιού ή έτρωγαν δύο με τρεις χούφτες βατόμουρα ή έβραζαν ρίζες από αγκόριτσα (άγρια αχλάδια) και έπιναν το ζουμί τους.
- Πονοκέφαλος: Για τον πονοκέφαλο χρησιμοποιούσαν πανιά με σινάπι βρεγμένα με ξύδι, τα οποία τοποθετούσαν στο μέτωπο του αρρώστου.
- Μόλυνση: Αν κάποιος πατούσε καρφί ή ξύλο, απολύμαναν το μέρος αυτό με ούρα ή έριχναν στην τρύπα καμένο λάδι.
- Πονόκοιλος: Για τους πόνους της κοιλιάς και του στομαχιού έβραζαν δυόσμο ή ρίγανη ή χαμομήλι και έπιναν το ζουμί τους.
- Τραυματισμός: Σε περίπτωση κοψίματος ή τραύματος που αιμορραγούσε συνήθιζαν να τοποθετούν πάνω στην πληγή καπνό τσιγάρου ή ξύσματα από την δερμάτινη ζώνη που φορούσαν ή κατάβρεγμα από ούρα.
- Τσίμπημα εντόμου: Για δάγκωμα από σφήκα, μέλισσα ή άλλο δηλητηριώδες έντομο, σιδέρωναν το τσιμπημένο μέρος με μαχαίρι, σουγιά ή άλλο σιδερένιο αντικείμενο.
- Χρυσή (ίκτερος): Το δέρμα είναι κιτρινωπό, καθώς και το ασπράδι του ματιού. Επίσης, κίτρινο χρώμα έχουν και τα ούρα. Υπήρχαν ειδικοί που έκοβαν τη «χρυσή». Χάραζαν με ξυράφι το εσωτερικό μέρος του πάνω χείλους.
- Καλόγερος: Όταν κάποιος έβγαζε «καλόγερο» σε κάποιο μέρος του σώματος τον άφηναν να ωριμάσει. Μετά έψηναν κρεμμύδια και τα τοποθετούσαν πάνω σε αυτό δένοντας απ΄έξω ένα πανί. Αυτός μαλάκωνε σιγά σιγά, έσπαγε και έβγαζε το πύον. Με τις συνεχείς αλλαγές καθάριζε η πληγή και θεραπευόταν.
- Πονόματος: Στον πόνο του ματιού ή στο τσίμπλιασμα έπλεναν τα μάτια με χαμομήλι.
- Καψίματα: Στα καψίματα τοποθετούσαν πάνω στις πληγές αλοιφή που έφτιαχναν από λάδι, λιβάνι και κερί. Η αλοιφή αυτή έπαιρνε το πύρωμα, τραβούσε το κάψιμο και βοηθούσε στη γρήγορη επούλωση και γιατρειά.
Αν κάποιος ήταν πλέον πολύ βαριά τον ανέβαζαν σε ένα άλογο, τον σκέπαζαν με μία κουβέρτα και τον πήγαιναν στο γιατρό στο Δώριο που απείχε τότε με τα πόδια δύο περίπου ώρες. Όταν ο ασθενής αδυνατούσε να μείνει καβάλα στο ζώο, τον μετέφεραν σε ξυλοκρέβατο.
Εκτός όμως από τη δυσκολία επικοινωνία υπήρχαν κι άλλοι λόγοι που δεν επισκέπτονταν το γιατρό. Οι λόγοι ήταν οι εξής:
α) Κάθε αρρώστια ή και ο θάνατος ακόμα, θεωρούνταν φυσικό γεγονός «τον πήρε ο θεός» έλεγαν όταν πέθαινε κάποιος. Πίστευαν ότι αν είναι να πεθάνει κάποιος, θα πεθάνει και δε γλιτώνει με τίποτα «ότι γράφει δε ξεγράφει».
β) Αν αυτός που αρρώσταινε ήταν νέος και ιδιαίτερα ανύπαντρη κοπέλα δεν ήθελαν να μαθευτεί ότι ήταν άρρωστη. Σε πολύ δύσκολη κατάσταση (όταν δεν μπορούσαν να κάνουν διαφορετικά) κατέφευγαν σε γιατρό.
Έτσι λοιπόν η ιατρική εξασκούνταν πρακτικά από ανθρώπους που είχαν τη θέληση αλλά και την τόλμη να βοηθήσουν τους συνανθρώπους τους.
Μερικές από τις πρακτικές συνταγές που χρησιμοποιούσαν οι κάτοικοι του χωριού μας για να αντιμετωπίσουν τις διάφορες αρρώστιες ήταν και οι παρακάτω:
- Βεντούζες: Για το κρυολόγημα έριχναν τις κούφιες ή τις αιματηρές βεντούζες. Γινόταν στο πίσω μέρος του κορμιού του αρρώστου από το σβέρκο μέχρι τη μέση και κάποτε μπροστά στο στήθος. Για τις βεντούζες χρησιμοποιούσαν ένα ποτήρι και ένα πιρούνι στην άκρη του οποίου είχε προστεθεί ένα βαμβάκι με οινόπνευμα. Άναβαν το βαμβάκι με το οινόπνευμα και αφού περνούσαν για ένα δευτερόλεπτο τις κούπες από τη φλόγα με μεγάλη γρηγοράδα, τις εφάρμοζαν στο κορμί του αρρώστου.
Οι κοφτές βεντούζες γινόταν σε μεγάλα κρυολογήματα και δεν υπερέβαιναν τις 3-4. Γινόταν και αυτές με τον ίδιο τρόπο όπως και οι κούφιες με τη διαφορά πριν τοποθετήσουν το ποτήρι στο σώμα έκαναν με το ξυράφι 5-6 κοψιές στο μέρος αυτό και μετά έβαζαν τη βεντούζα.
- Θερμά επιθέματα: Για το κρυολόγημα τοποθετούσαν πάνω στο στήθος ή στην πλάτη του αρρώστου μια σακούλα με ζεστά πίτουρα ή ζεστή τυλιγμένη κεραμίδα ή πλάκα τυλιγμένη σε ύφασμα.
- Συναπισμοί: Έσπαζαν τους σπόρους από το σινάπι και τους έκαναν αλεύρι. Μετά με ζεστό νερό το έκαναν παχύρρευστο χυλό, το οποίο έβαζαν επάνω σε ένα πανί και το τοποθετούσαν στα σημεία που πονούσαν. Το σινάπι σε λίγο άρχιζε να καίει το μέρος αυτό του σώματος του αρρώστου και ο ασθενής ένιωθε ανακούφιση.
- Ευκοιλιότητα: Για την ευκοιλιότητα το καλύτερο φάρμακο ήταν οι σπόροι από άγριο σπανάκι. Έβραζαν τους σπόρους και έπιναν το ζουμί τους. Μερικοί έτρωγαν κυδώνια ή ρόδια. Άλλοι έπιναν πυκνό τσάι με δύο κουταλάκια καφέ και αρκετό χυμό λεμονιού ή έτρωγαν δύο με τρεις χούφτες βατόμουρα ή έβραζαν ρίζες από αγκόριτσα (άγρια αχλάδια) και έπιναν το ζουμί τους.
- Πονοκέφαλος: Για τον πονοκέφαλο χρησιμοποιούσαν πανιά με σινάπι βρεγμένα με ξύδι, τα οποία τοποθετούσαν στο μέτωπο του αρρώστου.
- Μόλυνση: Αν κάποιος πατούσε καρφί ή ξύλο, απολύμαναν το μέρος αυτό με ούρα ή έριχναν στην τρύπα καμένο λάδι.
- Πονόκοιλος: Για τους πόνους της κοιλιάς και του στομαχιού έβραζαν δυόσμο ή ρίγανη ή χαμομήλι και έπιναν το ζουμί τους.
- Τραυματισμός: Σε περίπτωση κοψίματος ή τραύματος που αιμορραγούσε συνήθιζαν να τοποθετούν πάνω στην πληγή καπνό τσιγάρου ή ξύσματα από την δερμάτινη ζώνη που φορούσαν ή κατάβρεγμα από ούρα.
- Τσίμπημα εντόμου: Για δάγκωμα από σφήκα, μέλισσα ή άλλο δηλητηριώδες έντομο, σιδέρωναν το τσιμπημένο μέρος με μαχαίρι, σουγιά ή άλλο σιδερένιο αντικείμενο.
- Χρυσή (ίκτερος): Το δέρμα είναι κιτρινωπό, καθώς και το ασπράδι του ματιού. Επίσης, κίτρινο χρώμα έχουν και τα ούρα. Υπήρχαν ειδικοί που έκοβαν τη «χρυσή». Χάραζαν με ξυράφι το εσωτερικό μέρος του πάνω χείλους.
- Καλόγερος: Όταν κάποιος έβγαζε «καλόγερο» σε κάποιο μέρος του σώματος τον άφηναν να ωριμάσει. Μετά έψηναν κρεμμύδια και τα τοποθετούσαν πάνω σε αυτό δένοντας απ΄έξω ένα πανί. Αυτός μαλάκωνε σιγά σιγά, έσπαγε και έβγαζε το πύον. Με τις συνεχείς αλλαγές καθάριζε η πληγή και θεραπευόταν.
- Πονόματος: Στον πόνο του ματιού ή στο τσίμπλιασμα έπλεναν τα μάτια με χαμομήλι.
- Καψίματα: Στα καψίματα τοποθετούσαν πάνω στις πληγές αλοιφή που έφτιαχναν από λάδι, λιβάνι και κερί. Η αλοιφή αυτή έπαιρνε το πύρωμα, τραβούσε το κάψιμο και βοηθούσε στη γρήγορη επούλωση και γιατρειά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου